Ενώ οι Μεγάλες Δυνάμεις, που πλαισίωσαν τους τζιχαντιστές του ανατολικού Χαλεπιού προσποιούνται ότι ενδιαφέρονται για την τύχη των κατοίκων της πόλης για να βγάλουν λαθραία τους στρατιωτικούς τους, κανείς δεν φαίνεται να καταλαβαίνει το δράμα που έχουν υπομείνει αυτοί οι Σύροι.
Αντίθετα με τις δυτικούς ισχυρισμούς, δεν υπόφεραν από τους βομβαρδισμούς, αλλά από τη κατοχή των ξένων τζιχαντιστών και τη επιβολή της «Σαρία» τους. Μερικοί κάτοικοι υποφέρουν από σοβαρή ψυχωτική διαταραχή, το Σύνδρομο του ανατολικού Χαλεπίου.
Μετά από τεσσεράμισι χρόνια πολέμου, ο πληθυσμός του ανατολικού Χαλεπιού απελευθερώθηκε από τον Συριακό Αραβικό Στρατό, με τη βοήθεια της Χεζμπολάχ, της Ρωσίας και του Ιράν. Η νίκη αυτή χαιρετίστηκε με χαρά από την πλειοψηφία των 120.000 κατοίκων που καταγράφηκαν από το κράτος. Αλλά μόνο η πλειοψηφία.
Παραδόξως, ενώ η Συρία τους παρέχει τροφή, φροντίδα και μια προσωρινή στέγαση, ορισμένοι κάτοικοι του ανατολικού Χαλεπίου δηλώνουν ότι «δεν εμπιστεύονται το κράτος». Τι φοβούνται; Δεν βρίσκονται υπό κράτηση και αντιμετωπίζονται σαν παιδιά της πατρίδας.
Σαν να είχαν ξεχάσει την ελευθερία που απολάμβαναν πριν από την «Αραβική Άνοιξη», και σαν να μην είχε συμβεί τίποτα τα τελευταία τέσσερα χρόνια, υιοθετούν τον λόγο της Αλ-Τζαζίρα το 2011. βεβαιώνουν ότι η Συριακή Δημοκρατία είναι μια δικτατορία που βασανίζει τα παιδιά, που σφάζει τους σουνίτες, κ.λπ.
Για πρώτη φορά, παρατηρούμε σε επίπεδο μιας πόλης ένα ψυχολογικό φαινόμενο ήδη γνωστό σε ατομικό επίπεδο. Ακριβώς όπως ένα ξυλοδαρμένο παιδί ή μια σύζυγος υπερασπίζονται μερικές φορές τον πατέρα ή τον σκληρό άντρα τους, και δικαιολογούν τη συμπεριφορά του, ομοίως, μερικοί κάτοικοι του ανατολικού Χαλεπιού υιοθετούν σήμερα τον λόγο των καταπιεστών τους τζιχαντιστών.
Το 1973, ένας Σουηδός ψυχίατρος, ο Nils Bejerot, ανέλυσε το σοκ που συντάραξε τους πελάτες μιας τράπεζας οι οποίοι είχαν κρατηθεί όμηροι από ληστές κατά τη διάρκεια μιας ένοπλης ληστείας. Η υπόθεση μετατράπηκε σε εφιάλτη. Δύο αστυνομικοί τραυματίστηκαν, ο ένας σοβαρά. Ο πρωθυπουργός Olof Palme μάταια προσπάθησε να λογικέψει τους εγκληματίες οι οποίοι απειλούσαν να σκοτώσουν τους κρατουμένους τους. Κάτω από την ασφυκτική πίεση, οι όμηροι δεν επέλεξαν να εξεγερθούν, αλλά να γλυκάνουν τους δεσμοφύλακες τους για να ξεφύγουν από έναν πιθανό θάνατο. Στο τέλος έφτασαν να μιλούν όπως οι ληστές. Προσπάθησαν να αποτρέψουν την αστυνομία να εισβάλει στη τράπεζα και – το κερασάκι στη τούρτα- μια από τους ομήρους ερωτεύτηκε έναν από τους εγκληματίες. Αυτό το φαινόμενο αποκαλείται «Σύνδρομο της Στοκχόλμης», από το όνομα της πόλης όπου πραγματοποιήθηκε το περιστατικό αυτό.
Εν τέλει, η αστυνομία, με τη χρήση αναισθητικών αερίων κατάφερε να συλλάβει τους ληστές και να σώσει τους ομήρους. Παρά το γεγονός ότι η περίοδος κράτησής τους ήταν μόλις έξι ημέρες, οι τελευταίοι υπέφεραν επί μακρόν από το σύνδρομο αυτό στο σημείο που αρνήθηκαν να καταθέσουν στη δίκη που ακολούθησε, η δε νεαρή γυναίκα συνέχισε τη σχέση της με τον ληστή, ενώ βρισκόταν στη φυλακή.
Πέρυσι, ο κλινικός ψυχολόγος Saverio Tomasella έδειξε ότι το «Σύνδρομο της Στοκχόλμης» είναι «το σήμα μιας πολύ σοβαρούς παράβασης της εσωτερικότητας του ανθρώπου που έζησε, άμεσα και αβοήθητος, την απαγωγή της υποκειμενικής ταυτότητάς του».
Δεν πρέπει επομένως να πιστεύουμε ότι κάποιοι κάτοικοι του ανατολικού Χαλεπίου που πάσχουν από το σύνδρομο αυτό θα επανασυνδεθούν γρήγορα με το πραγματικό κόσμο. Αντίθετα, πρέπει να τους προσφέρουμε πλήρη ασφάλεια και, για άλλη μια φορά, να επιδείξουμε μεγάλη υπομονή. Παρά το γεγονός ότι πρέπει πρώτα να διασώσουμε τους στρατιώτες μας και όλους εκείνους που αντιστάθηκαν, οι πολίτες αυτοί είναι, πρώτα απ’ όλα, συμπατριώτες μας.