Η κρίση που διαπερνά το αμερικανικό κρατικό μηχανισμό απειλεί άμεσα την επιβίωση της αυτοκρατορίας. Δεν είναι πλέον απλά η γνώμη του Τιερί Μεϊσάν (Thierry Meyssan), αλλά το θέμα που συγκλονίζει την άρχουσα τάξη στη Ουάσιγκτον στο σημείο που ο επίτιμος πρόεδρος του Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων (Council on Foreign Relations) απαιτεί την παραίτηση των κύριων συμβούλων του προέδρου Ομπάμα και τον διορισμό μιας νέας ομάδας.
Αυτή η σύγκρουση δεν έχει τίποτα να κάνει με την αντιπαλότητα Δημοκρατικών / Ρεπουμπλικάνων, ούτε με την αντιπαλότητα περιστέριων / γερακιών.
Αυτό που διακυβεύεται είναι το leadership (ηγεσία) στις Ηνωμένες Πολιτείες και το ΝΑΤΟ.
Για αρκετούς μήνες τονίζω ότι δεν υπάρχει πλέον εξωτερική πολιτική στην Ουάσιγκτον, αλλά δύο παρατάξεις που αντιτίθενται σε όλα τα θέματα και διεξάγουν χωριστές και συχνά αντιφατικές πολιτικές [1].
Το αποκορύφωμα αυτής της κατάστασης έγινε στη Συρία, όπου ο Λευκός Οίκος πρώτα οργάνωσε τη μεταμόρφωση του Ισλαμικού Κράτους και το έστειλε να εθνο-καθαρίσει το Ιράκ, και στη συνέχεια το μάχεται ενώ η CIA συνεχίζει να το υποστηρίζει.
Αυτή η ασυνέπεια κόλλησε σταδιακά και στους Συμμάχους.
Έτσι, η Γαλλία εντάχτηκε στο συνασπισμό αντί-ΙΚ ενώ κάποιοι λεγεωνάριοι της αποτελούν μέρος της στελέχωσης του ΙΚ [2].
Όταν ο υπουργός Άμυνας Chuck Hagel ζήτησε γραπτές διευκρινίσεις, όχι μόνο δεν έλαβε απάντηση, αλλά τον απέλυσαν [3].
Η αταξία επεκτάθηκε γρήγορα στο ΝΑΤΟ, μια συμμαχία που δημιουργήθηκε για την καταπολέμηση της ΕΣΣΔ και διατηρήθηκε έναντι της Ρωσίας, όταν ο Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν υπέγραψε τεράστιες οικονομικές συμφωνίες με τον Πούτιν [4].
Βγαίνοντας από τη σιωπή του, ο επίτιμος πρόεδρος του Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων [5], Leslie H. Gelb, τράβηξε τον κώδωνα του κινδύνου [6].
Κατά τον ίδιον, «η ομάδα του Ομπάμα δεν διαθέτει τα βασικά ένστικτα και κρίση για να οδηγήσει την εθνική πολιτική ασφαλείας στα επόμενα δύο χρόνια».
Και συνεχίζει, στο όνομα της αμερικανικής άρχουσας τάξης στο σύνολό της:
«Ο πρόεδρος Ομπάμα πρέπει να αντικαταστήσει την ομάδα του με ισχυρές προσωπικότητες και έμπειρους στρατηγικούς. Πρέπει επίσης να τοποθετήσει νέα πρόσωπα ως κύριους σύμβουλους των υπουργών Εξωτερικών και Άμυνας.
Και πρέπει επιτέλους να κανονίσει τακτικές διαβουλεύσεις με τον Bob Corker, πρόεδρο της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων και τον Τζον Μακέιν [7], τον πρόεδρο της Επιτροπής των Ενόπλων Δυνάμεων».
Ποτέ, από τη δημιουργία του το 1921, δεν είχε πάρει το Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων μια τέτοια θέση.
Προφανώς γιατί οι διαιρέσεις στο εσωτερικό του κρατικού μηχανισμού οδηγούν άμεσα τις Ηνωμένες Πολιτείες στην καταστροφή τους.
Κατονομάζοντας τους κύριους συμβούλους οι οποίοι πρέπει να φύγουν, ο κ Gelb παράθεσε τα ονόματα τεσσάρων ατόμων πολύ εγγύς διανοητικά και συναισθηματικά με τον Πρόεδρος: τη Σούζαν Ράις (Σύμβουλο Εθνικής Ασφαλείας), τον Dennis McDonough (Διευθυντή του Γραφείου του Λευκού Οίκου), τον Benjamin Rhodes (Υπεύθυνο επικοινωνίας) και τη Valerie Jarrett (Σύμβουλο Εξωτερικής Πολιτικής).
Η άρχουσα τάξη στην Ουάσιγκτον τους κατηγορεί ότι δεν κάνουν ποτέ πρωτότυπες προτάσεις προς τον πρόεδρο, και ακόμη λιγότερο του αντιμιλούν, αλλά πάντα τον ενισχύουν στις προκαταλήψεις του.
Η μόνη προσωπικότητα που παίρνει χάρη στα μάτια του Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων, είναι ο Anthony Blinken, νέο νούμερο 2 του Υπουργού Εξωτερικών, ένα «φιλελεύθερο γεράκι».
Δεδομένου ότι το Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων είναι ένα διακομματικό σώμα, ο κ Gelb προτείνει ο Πρόεδρος Ομπάμα να περιβάλλεται από τέσσερις Δημοκρατικούς και τέσσερις αντίστοιχους Ρεπουμπλικάνους με προφίλ όπως το περιέγραψε.
Πρώτα οι Δημοκρατικοί Thomas Pickering (πρώην πρεσβευτής στα Ηνωμένα Έθνη), Winston Lord (πρώην βοηθός του Henry Kissinger), Φρανκ Γουίσνερ (ανεπίσημα ένας από τα αφεντικά της CIA και παρεμπιπτόντως ο πατριός του Νικολά Σαρκοζί) και η Michèle Flournoy (η πρόεδρος του Κέντρου για μια νέα αμερικανική Ασφάλεια) [8].
Και μετά, οι Ρεπουμπλικάνοι Robert Zoellick (πρώην επικεφαλής της Παγκόσμιας Τράπεζας) [9], ο Richard Armitage (πρώην βοηθός του Κόλιν Πάουελ) [10], Robert Kimmitt (πιθανό επόμενο αφεντικό της Παγκόσμιας Τράπεζας), και Richard Burt (πρώην διαπραγματευτής για τη μείωση των πυρηνικών όπλων).
Στο Υπουργείο Άμυνας, ο κ Gelb προτείνει το Ραβίνο Dov Zakheim για να διαχειριστεί τις περικοπές του προϋπολογισμού [11], τον ναύαρχο Μάικ Μάλεν (πρώην επικεφαλής του Γενικού Επιτελείου Στρατού) και τον Στρατηγό Jack Keane (πρώην Αρχηγό Γενικού Επιτελείου του Στρατού Ξηράς).
Τέλος, ο κ Gelb προτείνει η στρατηγική εθνικής ασφαλείας να σχεδιαστεί σε συνεννόηση με τέσσερις «σοφούς»: τους Χένρι Κίσινγκερ [12], Brent Scowcroft, Zbigniew Brzezinski [13] και James Baker [14].
Εξετάζοντας πιο προσεκτικά αυτό το κατάλογο, καταλαβαίνουμε ότι το Council on Foreign Relations δεν ήθελε να αποφασίσει μεταξύ των δύο αντίπαλων ομάδων εντός της διοίκησης Ομπάμα, αλλά ότι σκοπεύει να βάλει τάξη στο σύστημα ξεκινώντας από πάνω.
Απ’ αυτή την άποψη, δεν είναι άσχετο να παρατηρήσουμε ότι, σε μια χώρα που μέχρι σήμερα διοικείται από WASPs (White Anglo-Saxon Protestant), δύο σύμβουλοι για τους οποίους απαιτείται η απόλυση είναι μαύρες γυναίκες, ενώ δεκατέσσερα από τα δεκαπέντε εισερχόμενα ονόματα είναι λευκά αρσενικά, είτε Προτεστάντες είτε Εβραίους Ασκενάζι.
Η αποκατάσταση της πολιτικής τάξης είναι επομένως επίσης μια εθνοτική και θρησκευτική επανόρθωση.
[1] Lire par exemple : « Obama a-t-il encore une politique militaire ? », par Thierry Meyssan, Réseau Voltaire, 1er décembre 2014.
[2] « D’"anciens" militaires français parmi les jihadistes de Daesh », Réseau Voltaire, 21 janvier 2015.
[3] « Contre qui le Pentagone se bat-il en Syrie ? », Réseau Voltaire, 1er novembre 2014.
[4] “Πώς ο Πούτιν αντέστρεψε τη στρατηγική του ΝΑΤΟ ”, τον Τιερί Μεϊσάν, Μετάφραση Κριστιάν, ΙΝΦΟΓΝΩΜΩΝ, Δίκτυο Βολταίρος, 9 décembre 2014.
[5] « Comment le Conseil des relations étrangères détermine la diplomatie US », Réseau Voltaire, 25 juin 2004.
[6] « This Is Obama’s Last Foreign Policy Chance », Leslie Gelb, The Daily Beast, January 14, 2015.
[7] “Ο Τζον Μακέιν, μαέστρος της «Αραβικής Άνοιξης» και ο Χαλίφης”, τον Τιερί Μεϊσάν, Μετάφραση Κριστιάν, ΙΝΦΟΓΝΩΜΩΝ, Δίκτυο Βολταίρος, 30 août 2014.
[8] “Το CNAS, δημοκρατική έκδοση του κατακτητικού ιμπεριαλισμού”, τον Τιερί Μεϊσάν, Μετάφραση Κριστιάν, ΙΝΦΟΓΝΩΜΩΝ, Δίκτυο Βολταίρος, 24 janvier 2015.
[9] « Robert B. Zoellick, maître d’œuvre de la globalisation », Réseau Voltaire, 10 mars 2005.
[10] « Richard Armitage, le baroudeur qui rêvait d’être diplomate », Réseau Voltaire, 8 octobre 2004.
[11] « Dov Zakheim, la caution du Pentagone », par Paul Labarique, Réseau Voltaire, 9 septembre 2004.
[12] « Le retour d’Henry Kissinger », par Thierry Meyssan, Réseau Voltaire, 28 novembre 2002.
[13] « La stratégie anti-russe de Zbigniew Brzezinski », par Arthur Lepic, Réseau Voltaire, 22 octobre 2004.
[14] « James A. Baker III, un ami fidèle », Réseau Voltaire, 16 décembre 2003.