Μετά τη σκηνή με τον [1] στο τιμόνι, που γυρίστηκε μπροστά από τη βορειοσουδανική πρεσβεία στην Ουάσιγκτον, ήρθε η σειρά της Χίλαρι Κλίντον να ανέβει στη σκηνή, με δάκρυα στα μάτια, για να εκφράσει τη βαθιά ανησυχία των Ηνωμένων Πολιτειών σχετικά με την ανθρωπιστική κρίση και τα πολλά θύματα της στο νότιο τμήμα του Σουδάν.
Συγκινητικές σκηνές της ουασιγκτονικής φαντασίας, που προορίζεται για την παγκόσμια σκηνή.
Τελείως διαφορετική είναι η πραγματική ιστορία. Για δεκαετίες, οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ισραήλ υποστήριξαν τις αποσχιστικές δυνάμεις του Νότιου Σουδάν έως ότου, το 2005, το Βόρειο και το Νότιο υπόγραψαν μια συμφωνία, η οποία θεωρήθηκε από την κυβέρνηση Μπους ως θρίαμβος της εξωτερικής πολιτικής της.
Η κυβέρνηση Ομπάμα αποκόμισε τα οφέλη: στις 9 Ιουλιου 2011 το Νότιο Σουδάν κήρυξε την ανεξαρτησία του.
Γεννήθηκε ένα νέο κράτος, με εμβαδόν άνω των 600.000 τετ. χλμ. (μεγαλύτερο από τη Γαλλία, δύο φορές την Ιταλία, σχεδόν πέντε φορές την Ελλάδα) με μόλις 8-9 εκατομμύρια κατοίκους. Χωρίζοντας από την υπόλοιπη χώρα, το νότιο Σουδάν ήρθε στην κατοχή του 75% των αποθεμάτων πετρελαίου του Σουδάν. Είναι όμως ο Βορράς που διαθέτει τον αγωγό μέσω του οποίου μεταφέρεται το πετρέλαιο του νότου προς την Ερυθρά Θάλασσα για εξαγωγή. Ιδού την διαφορά μεταξύ των δύο κυβερνήσεων σχετικά με την κατάτμηση των εσόδων από το πετρέλαιο, η οποία τροφοδοτείται από τη σύγκρουση για τον έλεγχο των παραμεθόριων περιοχών με μήκος πάνω από 1.500 χιλιόμετρα συνόρων, συγκρούσεις που διεξάγονται επίσης μέσω τοπικών ενόπλων ομάδων.
Σε όλα αυτά, οι ΗΠΑ συνεχίζουν να διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο. Το Νότιο Σουδάν περιλαμβάνεται επίσης στο πρόγραμμα ΙΜΕΤ (International Military Education and Training, Διεθνή Στρατιωτική Εκπαίδευση και Κατάρτιση), που διαχειρίζεται από την Αφρικανική Διοίκηση με χρηματοδότηση από το αμερικανικό υπουργείου Εξωτερικών: εκεί εκπαιδεύονται κάθε χρόνο 10 χιλιάδες Αφρικανοί «στρατιωτικοί και πολιτικοί ηγέτες», που φοιτούν σε 150 αμερικανικές στρατιωτικές σχόλες.
Ταυτόχρονα, υπό την καθοδήγηση της Ουάσιγκτον, αναπτύσσεται αυτή τη στιγμή σχέδιο για ένα νέο ενεργειακό διάδρομο, ο οποίος αποτελείται από έναν πετρελαιαγωγό, έναν αυτοκινητόδρομο και μια σιδηροδρομική γραμμή, που θα επιτρέψει να μεταφερθεί το πετρέλαιο από το νότιο Σουδάν στο κενυάτικο λιμάνι Λάμου.
Τα οφέλη για τη Ουάσιγκτον θα είναι πολλαπλά. Πρώτον, απαλλασσόμενη από το πετρελαιαγωγό του Βόρειου Σουδάν, θα φέρει ισχυρό χτύπημα στη χώρα, που ήδη αποδυναμώθηκε από την απώλεια των δύο τρίτων των αποθεμάτων πετρελαίου, έτσι ώστε να προκαλέσει την κατάρρευση της κυβέρνησης του Χαρτούμ. Δεύτερο, θα περιθωριοποιήσει τις κινεζικές εταιρείες, που με μερικές άλλες ινδικές και μαλαισιανές εταιρείες εξορύσσουν το σουδανικό πετρέλαιο: το μεγαλύτερο μέρος θα μπορέσει να ελέγχεται από αμερικανικές και βρετανικές εταιρείες.
Και το Νότιο Σουδάν δεν έχει μόνο πετρέλαιο, αλλά και πλούσια κοιτάσματα χρυσού, αργυρίου, διαμαντιών, ουράνιου, χρωμίου, βολφραμίου, χαλαζία, τα οποία παραμένουν προς εκμετάλλευση, και στα οποία πρέπει να προστεθούν περίπου 50 εκατομμύρια εκτάρια καλλιεργήσιμης γης χρησιμοποιώντας το άφθονο νερό του Νείλου. Χρυσές μπίζνες για τις πολυεθνικές, τα συμφέροντα των οποίων είναι ασφαλισμένα από την νέα κυβέρνηση στην Τζούμπα (Juba), της οποίας η αξιοπιστία εγγυάται όχι μόνο από την Ουάσιγκτον, αλλά και από το Τελ Αβίβ.
Αξιοσημείωτο γεγονός: αξίζει να σημειωθεί ότι το Νότιο Σουδάν άνοιξε τη πρεσβεία του στην Ιερουσαλήμ, αναγνωρίζοντας την ως πρωτεύουσα του Ισραήλ, και το τελευταίο θα εκπαιδεύσει χιλιάδες Νοτιοσουδανούς πρόσφυγες πριν από τον επαναπατρισμό τους. Ενώ η κυβέρνηση της Τζούμπας, μεταξύ των πρώτων πράξεων της, επίλεξε τα αγγλικά και όχι τα αραβικά ως επίσημη γλώσσα και ζήτησε να γίνει μέλος της Βρετανικής Κοινοπολιτείας. Στις πρώην παλιές αποικίες προστίθεται μια νέα, νεοαποικιακού τύπου.
[1] «George Clooney rejoint le CFR» et «George Clooney parraine l’observation satellitaire du Darfour», Réseau Voltaire, 17 juin et 29 décembre 2010.