Τελικά, ο πρόεδρος Τραμπ ευθυγραμμίστηκε με τις φιλοδοξίες του αμερικανικού βαθέος κράτους για τη καταστροφή της Λεκάνης της Καραϊβικής. Επιβεβαίωσε τον αντιπρόεδρο Μάικ Πενς και τον γερουσιαστή Μάρκο Ρούμπιο στην αποσταθεροποιητική τους επιχείρηση στη Βενεζουέλα. Μπορεί επίσης να υποστηρίξει τους ίδιους δύο άνδρες στα σχέδιά τους για το Ισραήλ και τη Συρία.
Η ανακοίνωση του προέδρου Τραμπ, πως αναγνωρίζει τον Χουάν Γκουάϊντο ως «νόμιμο πρόεδρο της» της Βενεζουέλας προετοιμάστηκε από ένα υπόγειο πυρήνα στο Κογκρέσο και στον Λευκό Οίκο.
Αυτό περιέγραψαν με λεπτομέρειες οι Τάϊμς της Νέας Υόρκης [1] στις 26 Ιανουαρίου. Κύριος χειριστής, ο γερουσιαστής της Φλωρίδας Μάρκο Ρούμπιο, οιονεί υπουργός των Εξωτερικών για την Λατινική Αμερική, που διευθύνει και εκφράζει την αμερικανική πολιτική στην περιοχή, σε συνεργασία με τον αντιπρόεδρο των ΗΠΑ, Μάικ Πενς, και τον Σύμβουλο Εθνικής Ασφάλειας, Τζων Μπόλτον.
Στις 22 Ιανουαρίου, στον Λευκό Οίκο, οι τρεις τους παρουσίασαν το σχέδιό τους στον πρόεδρο, που το αποδέχτηκε. Αμέσως –αναφέρουν οι Τάϊμς της Νέας Υόρκης- «ο κ. Πενς κάλεσε τον Γκουάϊντο στο τηλέφωνο και του είπε ότι οι ΗΠΑ θα τον στήριζαν αν διεκδικούσε την προεδρία.»
Ο αντιπρόεδρος Πενς μετέδωσε στην συνέχεια ένα βιντεοσκοπημένο μήνυμα στην Βενεζουέλα, με το οποίο καλούσε τους διαδηλωτές «να κάνουν να ακουστεί αύριο η φωνή τους», διαβεβαιώνοντάς τους «εξ ονόματος τους προέδρου Τραμπ και του αμερικανικού λαού: estamos con ustedes, είμαστε μαζί σας όσο δεν έχει αποκατασταθεί η Δημοκρατία» και χαρακτηρίζοντας τον Μαδούρο ως «έναν δικτάτορα, που ποτέ δεν κατέλαβε την προεδρία σe ελεύθερες εκλογές.»
Αυτά τα παρασκήνια αποκαλύπτουν ότι οι σχετικές πολιτικές αποφάσεις ελήφθησαν στις ΗΠΑ εξ αρχής από το «Βαθύ Κράτος», το υποχθόνιο κέντρο της πραγματικής εξουσίας , των οικονομικών, χρηματοπιστωτικών και στρατιωτικών ολιγαρχιών. Αυτές αποφάσισαν να ανατρέψουν το κράτος της Βενεζουέλας. Χώρας που διαθέτει, εκτός από μεγάλα αποθέματα πολύτιμων ορυκτών, τον μεγαλύτερο στον κόσμο πετρελαϊκό πλούτο, αποθέματα που υπολογίζονται σε 300 δισεκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου, έξη φορές μεγαλύτερα από των ΗΠΑ.
Για να απελευθερωθεί από το δόκανο των κυρώσεων, που φθάνουν στο σημείο να εμποδίζουν την Βενεζουέλα να εισπράττει το αντίτιμο του πετρελαίου που πουλάει στις ΗΠΑ, το Καράκας αποφάσισε να τιμολογεί τις πωλήσεις του πετρελαίου του όχι πλέον σε δολάρια, αλλά σε κινεζικά γιουάν. Ο ελιγμός αυτός βάζει σε κίνδυνο την μεγάλη πέραση των πετροδολαρίων. Εξ ού και η απόφαση των αμερικανικών ολιγαρχιών να επισπεύσουν τις διαδικασίες ανατροπής του κράτους της Βενεζουέλας και να κατακτήσουν τον πετρελαϊκό πλούτο της, που τους είναι άμεσα απαραίτητος -όχι σαν πηγή ενέργειας των ΗΠΑ, αλλά σαν στρατηγικό εργαλείο, ελέγχου της διεθνούς αγοράς ενέργειας, στην αντιρωσική και αντικινεζική εκστρατεία τους.
Προς αυτόν τον στόχο, με τις κυρώσεις και τα σαμποτάζ, είχε επιδεινωθεί στην Βενεζουέλα η έλλειψη αγαθών πρώτης ανάγκης, για να πυροδοτηθεί η λαϊκή δυσφορία. Ταυτόχρονα ενίσχυσαν την διείσδυση των αμερικανικών ΜΚΟ. Για παράδειγμα η (διάσημη από την δράση της στην Ουκρανία;) αμερικανικήNED, η Εθνικό ΄Ιδρυμα για την Δημοκρατία, χρηματοδότησε μέσα σε ένα χρόνο στην Βενεζουέλα, 40 προγράμματα για «την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της Δημοκρατίας», με δεκάδες ή εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια το κάθε ένα.
Καθώς η κυβέρνηση εξακολουθεί να διαθέτει την υποστήριξη της πλειοψηφίας, κάποιες μεγάλες προβοκάτσιες σίγουρα προετοιμάζονται για να πυροδοτήσουν ένα εμφύλιο πόλεμο στο εσωτερικό και να ανοίξουν τον δρόμο σε μιαν επέμβαση από το εξωτερικό. Με την συνενοχή της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης, η οποία, αφού μπλοκάρισε στο Βέλγιο κρατικά κεφάλαια της Βενεζουέλας ύψους 1.200 εκατομμυρίων δολαρίων, απεύθυνε τελεσίγραφο στο Kαράκας με
προθεσμία οκτώ ημερών για την διεξαγωγή νέων εκλογών. Ενέργειες της Φεντερίκας Μογκερίνι (υπεύθυνης για την Εξωτερική Πολιτική της Ε.Ε.), της ίδιας που πέρυσι αρνήθηκε την πρόσκληση Μαδούρο να πάει να εποπτεύσει τις προεδρικές εκλογές στην Βενεζουέλα…
[1] “Trump takes sharp turn on ‘America First’ policy”, Peter Baker and Edward Long, The New York Times, January 26, 2019.