του Τιερί Μεϊσάν

Σε εφαρμογή της ψηφοφορίας της 10ης Μαΐου 2024, η Γενική Συνέλευση καλωσόρισε την Παλαιστίνη ως πλήρες μέλος των Ηνωμένων Εθνών.

Στις 10 Σεπτεμβρίου 2024, οι Ισραηλινοί έποικοι, οι οποίοι ισχυρίζονται ότι εκπληρώνουν ένα θεϊκό σχέδιο με την εγκατάσταση τους στη Δυτική Όχθη (Ιουδαία-Σαμάρεια, σύμφωνα με την ορολογία τους), πέρασαν από το καθεστώς του Ισραηλινού πολίτη που ζούσαν σε αμφισβητούμενες περιοχές στο καθεστώς του παράνομου μετανάστη στο κυρίαρχο κράτος της Παλαιστίνης.

Πράγματι, η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών υλοποίησε, με την ευκαιρία της έναρξης της εβδομηκοστής ένατης συνόδου της, το ψήφισμά ES-10/23 της 10ης Μαΐου 2024 [1]. Το κράτος της Παλαιστίνης έγινε πλήρες μέλος των Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ). Επομένως, κανείς δεν μπορεί πλέον να αντιταχθεί στην άσκηση των δικαιωμάτων του ως κυρίαρχο κράτος.

Εάν η Παλαιστίνη είναι κυρίαρχο κράτος, τροποποιείται η ερμηνεία της Ενδιάμεσης Συμφωνίας για τη Δυτική Όχθη και τη Λωρίδα της Γάζας (γνωστή ως «συμφωνία Όσλο ΙΙ»). Η Παλαιστινιακή Αρχή δεν είναι πλέον μια προσωρινή διοίκηση κατά τη διάρκεια μιας μετάβασης, αλλά μια κυβέρνηση με την πλήρη έννοια του όρου. Τα Παλαιστινιακά Εδάφη δεν είναι πλέον «αμφισβητούμενες περιοχές», αλλά αποτελούν το διεθνώς αναγνωρισμένο έδαφος ενός κυρίαρχου κράτους.

Από του πόλεμου του 1967 (γνωστού ως «Πόλεμος των Έξι Ημερών»), το κίνημα των εποίκων συνέχισε να κερδίζει έδαφος. Σήμερα έχουν εγκατασταθεί περισσότερα από 700.000 Ισραηλινούς εποίκους στη Δυτική Όχθη, την Ανατολική Ιερουσαλήμ και τα Υψίπεδα του Γκολάν.

Το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης (ICJ) – δηλαδή το εσωτερικό δικαστήριο των Ηνωμένων Εθνών, από το οποίο συμβουλεύτηκε η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών – καθόρισε, στις 19 Ιουλίου, τους κανόνες δικαίου σχετικά με τις πολιτικές και τις ισραηλινές πρακτικές στα Κατεχόμενα Παλαιστινιακό έδαφος [2]. Σε αυτή την συμβουλή δεν δόθηκε συνέχεια, μόνο το Συμβούλιο Ασφαλείας έχει την ικανότητα να αναγκάσει το Ισραήλ να την εφαρμόσει.

Ας θυμηθούμε ότι το διεθνές δίκαιο, σε αντίθεση με το ποινικό δίκαιο, δεν βασίζεται σε αστυνομικό και σωφρονιστικό σύστημα. Είναι απλώς υποχρέωση των κυβερνήσεων να τιμήσουν την υπογραφή του κράτους τους. Στην περίπτωση μας, το Ισραήλ, προσχωρώντας στον ΟΗΕ, υπέγραψε τον καταστατικό του χάρτη [3]. Το τελευταίο, στο κεφάλαιο XIV του, δεσμεύει κάθε μέλος «να συμμορφώνεται με την απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης σε οποιαδήποτε διαφορά στην οποία είναι μέρος».

Το Διεθνές Δικαστήριο της Δικαιοσύνης όρισε το δίκαιο. Η απόφασή του είναι δεσμευτική για όλα τα κράτη που έχουν προσχωρήσει στον ΟΗΕ, συμπεριλαμβανομένου του Ισραήλ, των Ηνωμένων Πολιτειών και του Ηνωμένου Βασιλείου.

Το Δικαστήριο έκρινε (§ 229) ότι αυτές οι πολιτικές και πρακτικές παραβιάζουν τη Διεθνή Σύμβαση για την Εξάλειψη όλων των Μορφών Φυλετικών Διακρίσεων. Σύμφωνα με αυτήν, το Ισραήλ ασκεί de facto μια μορφή απαρτχάιντ (βλ. άρθρο 3 της εν λόγω σύμβασης). Αυτό ακριβώς είχε διακηρύξει η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ στις 10 Νοεμβρίου 1975: «Ο σιωνισμός είναι μια μορφή ρατσισμού και φυλετικών διακρίσεων» (ψήφισμα 3379) [4]. Αυτό το κείμενο δεν καταργήθηκε παρά μόνο για να διευκολυνθεί η ειρηνευτική διάσκεψη της Μαδρίτης το 1991 [5]. Ωστόσο, καθώς το Ισραήλ δεν εκπλήρωσε τις τότε δεσμεύσεις του και έχει εντείνει τις πολιτικές και τις πρακτικές του, αυτό το κείμενο θα έπρεπε να αποκατασταθεί.

Το Δικαστήριο παρατήρησε επίσης (§ 263) ότι «οι Συμφωνίες του Όσλο δεν εξουσιοδοτούν το Ισραήλ να προσαρτήσει τμήματα του Κατεχόμενου Παλαιστινιακού Εδάφους για να ικανοποιήσει τις ανάγκες και τις υποχρεώσεις ασφαλείας του. Επίσης, δεν το εξουσιοδοτούν να διατηρεί μόνιμη παρουσία στα Κατεχόμενα Παλαιστινιακά Εδάφη για τον ίδιο σκοπό». Αυτό που ίσχυε μέχρι τον Ιούλιο ισχύει ακόμη περισσότερο αφού η Παλαιστίνη είναι σήμερα διεθνώς αναγνωρισμένο κυρίαρχο κράτος.

Ως συνέποια, την περασμένη εβδομάδα, δηλαδή μετά από αυτή την απόφαση και πριν η Παλαιστίνη εισέλθει στη Γενική Συνέλευση, οι Ισραηλινές Αμυντικές Δυνάμεις (IDF) εκκένωσαν ξαφνικά τις κύριες πόλεις της Δυτικής Όχθης που «καταλαμβάνονταν». Από την άλλη πλευρά, η ισραηλινή κυβέρνηση δήλωσε στο Ανώτατο Δικαστήριο της Χάγης στις 12 Σεπτεμβρίου ότι δεν υπήρχε λόγος να αυξηθεί η ανθρωπιστική βοήθεια προς τη Γάζα, δεδομένου ότι το Ισραήλ δεν ελέγχει αυτό το έδαφος και ωστόσο δεν φέρει καμία ευθύνη.

Τούτου λεχθέντος, το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «το Ισραήλ έχει την υποχρέωση να αποκαταστήσει πλήρως τις ζημίες που προκλήθηκαν από τις διεθνώς παράνομες πράξεις του [η κατοχή και το απαρτχάιντ] σε όλα τα ενδιαφερόμενα φυσικά ή νομικά πρόσωπα» (§ 269). Αυτό περιλαμβάνει «την υποχρέωση του Ισραήλ να επιστρέψει την γη και άλλα ακίνητα, καθώς και όλα τα περιουσιακά στοιχεία που κατασχέθηκαν από οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο από την έναρξη της κατοχής του το 1967, συμπεριλαμβανομένων όλων των πολιτιστικών αγαθών και κτιρίων που ελήφθησαν από τους Παλαιστίνιους και τα ιδρύματά τους, συμπεριλαμβανομένων αρχείων και εγγράφων. Απαιτεί επίσης να εκκενωθούν όλοι οι έποικοι από τους υφιστάμενους οικισμούς, να αποσυναρμολογηθούν τα τμήματα του τείχους που χτίστηκε από το Ισραήλ στα Κατεχόμενα Παλαιστινιακά Εδάφη και όλοι οι Παλαιστίνιοι που εκτοπίστηκαν κατά τη διάρκεια της κατοχής να μπορούν να επιστρέψουν στους τόπους κατοικίας τους». (§ 270).

Λάβετε υπόψη ότι το Δικαστήριο δεν διατάσσει αποζημίωση για τις ζημίες που προκλήθηκαν πριν από το 1967. Δεν αφορά το ερώτημα που του τέθηκε. Επιπλέον, τα όπλα μίλησαν και οι Παλαιστίνιοι έχασαν μερικές στρατιωτικές επιχειρήσεις για τις οποίες πρέπει επίσης να αναλάβουν τις συνέπειες. Οι ευθύνες μοιράζονται, ακόμα κι αν είναι προφανές ότι οι ευθύνες και οι ζημιές που υπέστησαν οι Παλαιστίνιοι δεν έχουν κανένα κοινό μέτρο αναλογίας με εκείνες των Ισραηλινών.

Το Δικαστήριο έχει αποφανθεί για τις συνέπειες της κατοχής από το 1967. Οι αποφάσεις του δεν έχουν αναδρομική ισχύ. Παρατηρεί τα γεγονότα που συνέχισαν να επιδεινώνονται από το 1967.

Απευθυνόμενο σε όλα τα κράτη μέλη του ΟΗΕ, το Δικαστήριο τα ενημέρωσε ότι «οφείλουν να μην αναγνωρίσουν καμία αλλαγή στον φυσικό χαρακτήρα ή τη δημογραφική σύνθεση, τη θεσμική δομή ή το καθεστώς του εδάφους που κατέλαβε το Ισραήλ στις 5 Ιουνίου 1967, συμπεριλαμβανομένης της Ανατολικής Ιερουσαλήμ, εκτός από εκείνες που συμφωνήθηκαν από τα μέρη μέσω διαπραγματεύσεων και να γίνει διάκριση, στις συναλλαγές τους με το Ισραήλ, μεταξύ του εδάφους του κράτους του Ισραήλ και των εδαφών που κατέχονται από το 1967. Το Δικαστήριο θεωρεί ότι η υποχρέωση διάκρισης, στις συναλλαγές με το Ισραήλ, μεταξύ του εδάφους του εν λόγω Κράτους και του Κατεχόμενου Παλαιστινιακού Εδάφους περιλαμβάνει ιδίως την υποχρέωση να μην διατηρηθούν συμβατικές σχέσεις με το Ισραήλ σε όλες τις περιπτώσεις όπου το τελευταίο ισχυρίζεται ότι ενεργεί για λογαριασμό του Κατεχόμενου Παλαιστινιακού Εδάφους ή τμήματος αυτού, σε θέματα που αφορούν το εν λόγω έδαφος· να μην διατηρούνται, όσον αφορά τα Κατεχόμενα Παλαιστινιακά Εδάφη ή τμήματα αυτών, οικονομικές ή εμπορικές σχέσεις με το Ισραήλ που θα μπορούσαν να ενισχύσουν την παράνομη παρουσία του τελευταίου σε αυτό το έδαφος· πρέπει να απέχουν, από την ίδρυση και τη διατήρηση διπλωματικών αποστολών στο Ισραήλ, να μην αναγνωρίσουν με οποιονδήποτε τρόπο την παράνομη παρουσία του στα Κατεχόμενα Παλαιστινιακά Εδάφη· και να ληφθούν μέτρα για την αποτροπή του εμπορίου ή των επενδύσεων που συμβάλλουν στη διατήρηση της παράνομης κατάστασης που δημιουργήθηκε από το Ισραήλ στα Κατεχόμενα Παλαιστινιακά Εδάφη» (§ 278).

Για τον Φόλκερ Τουρκ, Ύπατο Αρμοστή του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, αν τα λόγια έχουν κάποιο νόημα, η απόφαση του ICJ υποχρεώνει όλα τα κράτη μέλη του ΟΗΕ να μην αναγνωρίσουν την ισραηλινή κατοχική αρχή στο έδαφος του κυρίαρχου κράτους της Παλαιστίνης.

Γι’ αυτό τον λόγο, στις 9 Σεπτεμβρίου, ο Φόλκερ Τουρκ, Ύπατος Αρμοστής των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, ανοίγοντας την 57η σύνοδο του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, δήλωσε: «Κανένα κράτος δεν πρέπει να δέχεται την κατάφωρη περιφρόνηση του διεθνούς δικαίου, συμπεριλαμβανομένων των δεσμευτικών αποφάσεων του Συμβούλιου Ασφάλειας του ΟΗΕ και των εντολών του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, ούτε σε αυτή την κατάσταση [την ισραηλινή κατοχή της Παλαιστίνης], ούτε σε οποιαδήποτε άλλη κατάσταση».

Ο καθένας από εμάς πρέπει να συνειδητοποιήσει: οι κανόνες έχουν αλλάξει. Η κατοχή του Κράτους της Παλαιστίνης από το Ισραήλ είναι παράνομη. Ωστόσο, αυτό το κράτος, το οποίο έχει αναγνωριστεί διεθνώς από τις 10 Σεπτεμβρίου, ακόμα και αν πολλά μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας δεν το έχουν κάνει με προσωπική ιδιότητα. Πλέον διαθέτει νομικά μέσα τα οποία στερούταν μέχρι τώρα. Η αγγλοσαξονική ομπρέλα πίσω από την οποία βρισκόταν το Τελ Αβίβ δεν υπάρχει πλέον νομικά. Μπαίνουμε σε μια νέα περίοδο όπου η Ουάσιγκτον και το Λονδίνο θα πρέπει να χρησιμοποιήσουν την βία για να διατηρήσουν αυτό το σύστημα καταπίεσης.

Αυτή η νομική επανάσταση σηματοδοτεί τη νίκη της στρατηγικής του Προέδρου Μαχμούντ Αμπάς (89 ετών). Παραδόξως, δεν παρενέβη παρά μόνο στο τέλος της ζωής του, τη στιγμή που η κυβέρνησή του είναι απαξιωμένη λόγω της συνεργασίας της με το Ισραήλ και της διαφθοράς του.

Μετάφραση
Κριστιάν Άκκυριά

[3« Charte des Nations unies », Réseau Voltaire, 26 juin 1945.

[4« Qualification du sionisme », ONU (Assemblée générale) , Réseau Voltaire, 10 novembre 1975.

[5« Retrait de la qualification du sionisme », ONU (Assemblée générale) , Réseau Voltaire, 16 décembre 1991.