Η λιβυκή κυβέρνηση ήλπιζε να συγκεντρώσει ένα εκατομμύριο άνθρωποι την 1η Ιουλίου 2011 στην Τρίπολη για να διαμαρτυρηθούν κατά του ΝΑΤΟ. Προς έκπληξη των αρχών, καθώς και της Ατλαντικής Συμμαχίας, υπήρχαν 1,7 εκατ. διαδηλωτές.

111 ημέρες μετά την έναρξη της παρέμβασης του Συνασπισμού των εθελοντών χώρων στη Λιβύη, δεν υπάρχει καμία στρατιωτική λύση στον ορίζοντα και οι ειδικοί συμφωνούν όλοι ότι ο χρόνος τρέχει υπέρ της κυβέρνησης της Λιβύης, εκτός αν συμβεί κάτι τυχερό η αν δολοφονηθεί ο Μουαμάρ ελ Καντάφι.

Στις 7 Ιουλίου, το ιταλικό Υπουργικό Συμβούλιο μείωσε κατά το ήμισυ τη συμμετοχή της χώρας στην πολεμική επιχείρηση και η Ιταλία απέσυρε τον ελικόπτεροφόρο της. Ο Πρόεδρος Σίλβιο Μπερλουσκόνι δήλωσε πως ήταν πάντα εχθρικός προς αυτή την επιχείρηση, αλλά αναγκάστηκε από το Κοινοβούλιο του να συμμετάσχει.

Στις 10 Ιουλίου, ο Γάλλος Υπουργός Άμυνας Gérard Longuet, αναφέρθηκε σε πολιτική λύση που θα πέρναγε από την αναχώρηση του Καντάφι «σε μια άλλη πτέρυγα του ανακτόρου του και με άλλο τίτλο».
Δεδομένου ότι δεν υπάρχει πια παλάτι, η πρώτη προϋπόθεση είναι καθαρά τυπική, ενώ για τη δεύτερη, κανείς δεν αντιλαμβάνεται την έννοια, εκτός ότι πρόκειται για σημασιολογική φυγή.

Οι λιβυκές πολιτικές και κοινωνικές δομές προέρχονται από την τοπική κουλτούρα τους και είναι προφανώς ακατανόητες για πολλούς Δυτικούς. Πρόκειται για ένα σύστημα με μοναδικό νομοθετικό σώμα συμμετοχικής δημοκρατίας, που λειτουργεί εξαιρετικά καλά σε τοπικό επίπεδο, σε συνδυασμό με ένα φυλετικό φόρουμ που δεν αποτελεί δεύτερο νομοθετικό σώμα, η γερουσία, καθώς δεν έχει νομοθετική εξουσία, αλλά ενσωματώνει τη φυλετική αλληλεγγύη στην πολιτική ζωή. Σε αυτό το σύστημα προστίθεται τη φιγούρα του «Οδηγού», ο οποίος δεν διαθέτει καμία νομική εξουσία, αλλά ισχυρό ηθικό κύρος. Κανείς δεν είναι υποχρεωμένος να τον υπακούει, αλλά οι περισσότεροι το κάνουν, όπως εντός της οικογενείας τους σε σχέση με τους πρεσβύτερους, αν και τίποτα δεν τους υποχρεώνει. Στο σύνολο του αυτό το πολιτικό σύστημα είναι ήρεμο και οι άνθρωποι δεν φοβούνται την αστυνομία, με εξαίρεση τις προσπάθειες κατάληψης εξουσίας ή επίσης κατά τη διάρκεια της ανταρσίας στις φυλακές του Αμπού Σαλίμ (1996) που κατασταλήκαν με ιδιαίτερα αιματηρό τρόπο.

Τα στοιχεία αυτά επιτρέπουν να γίνει αντιληπτός ο παρανοϊκός χαρακτήρας των σκοπών του πολέμου του Συνασπισμού των Εθελοντών

Επισήμως, ο Συνασπισμός επενέβη σύμφωνα με την έκκληση του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών για την προστασία των αμάχων πολητών από μαζική καταστολή. Αλλά σήμερα, οι Λίβυοι είναι πεπεισμένοι ότι η καταστολή δεν υπήρξε ποτέ και ότι η λιβυκή πολεμική αεροπορία δεν βομβάρδισε ποτέ γειτονιές στη Βεγγάζη και τη Τρίπολη. Το τμήμα του λιβυκού πληθυσμού που είχε πιστέψει τις πληροφορίες που διαδίδονται από τα διεθνή τηλεοπτικά κανάλια άλλαξε γνώμη. Οι άνθρωποι, οι οποίοι έχουν όλοι συγγενείς και φίλους διάσπαρτα σε όλη τη χώρα, είχαν το χρόνο να μάθουν για τους κινδύνους των οικογενειών τους και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι είχαν δηλητηριαστεί από τη προπαγάνδα.

Για το θέμα αυτό, όπως και για πολλά άλλα, ο κόσμος χωρίζεται πλέον ανάμεσα σε εκείνους που πιστεύουν την αμερικανική έκδοση και εκείνους που δεν τη πιστεύουν. Εγώ προσωπικά διαμένω σήμερα στην Τρίπολη σε περιοχή που θεωρείται εχθρική προς τον Μ. Καντάφι που θα έγερνε εναντίον του και που θα είχε βομβαρδιστεί από την αεροπορία του κατά την έναρξη της σύγκρουσης. Μπορώ να βεβαιώσω ότι δεν υπάρχει ίχνος τέτοιων γεγονότων, εκτός από ένα καμένο αυτοκίνητο. Τα μόνα κτίρια που βομβαρδίστηκαν είναι δημόσια κτίρια που καταστράφηκαν αργότερα από τα βλήματα του ΝΑΤΟ.

Εν πάση περιπτώσει, οι κυριότεροι ηγέτες του ΝΑΤΟ έχουν εκφράσει δημοσίως άλλο σκοπό του πολέμου που ορισμένα μέλη του Συνασπισμού δεν φαίνεται να μοιράζονται: την παραίτηση του κ. Καντάφι, την «αλλαγή καθεστώτος». Εισερχόμαστε στη συνέχεια σε απερίγραπτη σύγχυση. Από τη μια, αυτή η απαίτηση δεν έχει καμία νομική βάση σε σχέση με τα σχετικά ψηφίσματα του ΟΗΕ και δεν συνδέεται με τον δεδηλωμένο στόχο της προστασίας των πληθυσμών που καταστέλλονται. Από την άλλη, η παραίτηση του κ. Καντάφι δεν έχει νόημα, δεδομένου ότι δεν κατέχει θεσμικό λειτούργημα, αλλά μόνο μια ηθική αρχή που αναδύεται από κοινωνικές δομές και όχι πολιτικές. Τέλος, δεν αντιλαμβανόμαστε με πιο δικαίωμα ορισμένα μέλη του ΝΑΤΟ αντιτίθενται στη δημοκρατική διαδικασία και αποφασίσουν για τον Λιβυκό λαό ότι πρέπει να απομακρυνθεί ένας από τους ηγέτες του.

Αυτή η σύγχυση επιβεβαιώνει ότι ο πόλεμος αυτός ανταποκρίνεται σε απώτερα κίνητρα τα οποία δεν συμμερίζονται όλα τα μέλη του συνασπισμού των Εθελοντών χώρων.

Η αρχή μιας ταυτόχρονης επίθεσης της Λιβύης και της Συρίας επικυρώθηκε από τις αρχές των ΗΠΑ κατά την εβδομάδα μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001. Εκτέθηκε δημόσια για πρώτη φορά από τον John Bolton, τότε βοηθό του υπουργού Εξωτερικών, στην ομιλία του της 6ης Μαΐου 2002 με τίτλο «Πέρα από τον Άξονα του Κακού». Επιβεβαιώθηκε από τον Στρατηγό Wesley Clark, σε μια διάσημη τηλεοπτική συνέντευξη, στις 2 Μαρτίου 2007. Ο πρώην διοικητής του ΝΑΤΟ παρουσίασε τον κατάλογο των κρατών που θα ήταν διαδοχικά στόχοι επίθεσης από τις Ηνωμένες Πολιτείες τα επόμενα χρόνια.
Οι Στρωσιανοί (straussiens) [1] είχαν προγραμματιστεί αρχικά να επιτεθούν το Αφγανιστάν, το Ιράκ και το Ιράν ως μέρος της «αναμόρφωσης της Ευρύτερης Μέσης Ανατολής» και στη συνέχεια στη δεύτερη φάση να επιτεθούν τη Λιβύη, τη Συρία και το Λίβανο για να επεκταθεί η διαδικασία για τον ανασχεδιασμό της Ανατολικής Μεσογείου και της Βόρειας Αφρικής, και ακόμη σε τρίτη φάση, να επιτεθούν στη Σομαλία και το Σουδάν για την αναμόρφωση της Ανατολικής Αφρικής.

Η επίθεση κατά του Ιράν αναβλήθηκε για προφανείς στρατιωτικούς λόγους, και μπήκαμε άμεσα στη φάση Β’, χωρίς καμία σχέση με τα πραγματικά ή φανταστικά γεγονότα στη Βεγγάζη. Ο Συνασπισμός εθελοντών χώρων παγιδεύτηκε σε μια διαδικασία που δεν ήθελε και που τον ξεπερνά.

Η στρατηγική των ΗΠΑ, που εφαρμόστηκε από τη Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο –σύμμαχοι όπως το παλιό καλό καιρό κατά την εκστρατεία στο Σουέζ-, βασιζόταν σε μια ιδιαίτερα λεπτή ανάλυση του λιβυκού συστήματος των φυλών. Γνωρίζοντας ότι τα μέλη κάποιων φυλών –κυρίως των Warfallah- αποκλείστηκαν από θέσεις ευθύνης μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 1993, το ΝΑΤΟ έπρεπε να ανατροφοδοτήσει τις απογοητεύσεις τους, να τους οπλίσει και να τους χρησιμοποιήσει σαν μοχλό για την ανατροπή του καθεστώτος και να εγκαταστήσει μια φιλοδυτική κυβέρνηση. Σύμφωνα με τον Μπερλουσκόνι, οι κκ. Σαρκοζί και Κάμερον θα είχαν δηλώσει σε συνάντηση των συμμάχων στις 19 Μαρτίου ότι «ο πόλεμος θα τελείωνε, αν υπήρχε, όπως αναμενόταν, μια εξέγερση του πληθυσμού της Τρίπολης κατά του σημερινού καθεστώτος».

Η στρατηγική αυτή έφθασε στο αποκορύφωμά της, στις 27 Απριλίου, με την έκκληση 61 ηγετών των φυλών υπέρ του Εθνικού Μεταβατικού Συμβούλιου. Ας σημειωθεί ότι σε αυτό το έγγραφο, δεν τίθεται πλέον θέμα σφαγών που έγιναν από το «καθεστώς» στη Βεγγάζη και Τρίπολη, αλλά της πρόθεσης του να τις διαπράξει. Οι υπογράφοντες ευχαριστούν τη Γαλλία και την Ευρωπαϊκή Ένωση επειδή θα εμπόδιζαν μια υποτιθέμενη σφαγή και όχι μια σφαγή σε εξέλιξη.

Από εκείνη την έκκληση, συνεχώς και χωρίς διακοπή, οι φυλές της αντίστασης έχουν ενταχθεί μία προς μία στη πλευρά της κυβέρνησης της Τρίπολης και οι ηγέτες τους, ήρθαν να δηλώσουν δημόσια υποταγή στον Μουαμάρ Καντάφι. Στην πραγματικότητα, η διαδικασία αυτή είχε ξεκινήσει πολύ πριν και σκηνοθετήθηκε στις 8 Μαρτίου, όταν ο «Οδηγός» είχε ήδη λάβει την υποστήριξη των ηγετών των φυλών στο ξενοδοχείο Rixos, στη μέση των δυτικών δημοσιογράφων που μετατράπηκαν σε ανθρώπινες ασπίδες και έμειναν έκπληκτοι από αυτή τη νέα πρόκληση του Καντάφι.

Η εξήγηση είναι απλή: η εγχώρια αντιπολίτευση στο Καντάφι δεν είχε κανένα λόγο να ανατρέψει το καθεστώς πριν από τα γεγονότα της Βεγγάζης. Η έκκληση της 27ης Απριλίου βασιζόταν σε πληροφορίες που σήμερα οι υπογράφοντες τις θεωρούν προπαγανδιστικά δηλητηριασμένες. Ως εκ τούτου, ο καθένας προσχώρησε στην εθνική κυβέρνηση για τον αγώνα κατά της ξένης επίθεσης. Σύμφωνα με τη μουσουλμανική ηθική, οι αντάρτες που επιδείξαν τη καλή πίστη τους έχουν συγχωρεθεί αυτόματα και ενσωματωθεί στις εθνικές δυνάμεις.

Δεν έχει σημασία για την ανάλυση μας να ξέρουμε αν η καταστολή από το καθεστώς του Καντάφι είναι μια ιστορική πραγματικότητα ή ένας μύθος της δυτικής προπαγάνδας, αυτό που μετράει είναι να γνωρίζουμε τι πιστεύουν σήμερα οι Λίβυοι ως κυρίαρχος λαός.

Εδώ θα πρέπει να παρατηρήσουμε την ισορροπία των πολιτικών δυνάμεων. Το Εθνικό Μεταβατικό Συμβούλιο (CNT) δεν κατάφερε να διαμορφώσει μια κοινωνική βάση. Η προσωρινή πρωτεύουσά του, η Βεγγάζη, ήταν μια πόλη 800.000 κατοίκων. Εκατοντάδες χιλιάδες από αυτούς γιόρτασαν τη σύστασή της το Φεβρουάριο. Σήμερα, η «πόλη που απελευθερώθηκε από τους αντάρτες» και «προστατεύεται από το ΝΑΤΟ» είναι στην πραγματικότητα μια νεκρή πόλη που μετράει μερικές δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους, που δεν είχαν τα μέσα η δυνατότητες να φύγουν.

Η Βεγγάζινοι δεν εγκατέλειψαν τις μάχες, εγκατέλειψαν το νέο καθεστώς.

Αντίθετα, το «καθεστώς του Καντάφι» ήταν σε θέση να κινητοποιήσει 1,7 εκατομμύρια άτομα κατά τη διάρκεια διαδήλωσης στην Τρίπολη την 1η Ιουλίου και δεσμεύτηκε να οργανώσει περιφερειακές διαδηλώσεις κάθε Παρασκευή.
Την περασμένη εβδομάδα, ήταν πάνω από 400.000 στη Sabha (στα Νότια) και αναμένεται παρόμοιο πλήθος την Παρασκευή στη Αζ Ζαουίγια (στα Δυτικά). Σημειώστε καλά ότι αυτές οι διαδηλώσεις που οργανώνονται κατά του ΝΑΤΟ, που σκότωσε πάνω από χίλιους συμπατριώτες τους, κατέστρεψε τις μη πετρελαϊκές υποδομές και που έκοψε τον ανεφοδιασμό τους με ναυτικό αποκλεισμό, περιστρέφονται γύρω από μια υποστήριξη προς τον «Οδηγό» ως αντι-αποικιακό ηγέτη, αλλά δεν σημαίνουν αναγκαστικά την μεταγενέστερη (a posteriori ) έγκριση όλων των πτυχών της πολιτικής του.

Τελικά, μίλησε ο λιβυκός λαός. Για εκείνον, το ΝΑΤΟ δεν ήρθε για να τον προστατεύσει, αλλά για να κατακτήσει τη χώρα. Ο Καντάφι είναι αυτός που την προστατεύει από την δυτική επιθετικότητα.

Υπό αυτές τις συνθήκες το ΝΑΤΟ δεν έχει πια στρατηγική. Δεν έχει «Σχέδιο Β». Τίποτα.

Οι αποστασίες από τη πλευρά του Εθνικού Μεταβατικού Συμβούλιου είναι τόσες πολλές που, σύμφωνα με τους περισσότερους ειδικούς, οι «αντάρτικες δυνάμεις» δεν περιλαμβάνουν σήμερα περισσότερους από 800 έως 1.000 μαχητές, αν και υπερ-οπλισμένους από τη Συμμαχία, αλλά ανίκανους να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο χωρίς τη λαϊκή υποστήριξη. Είναι πιθανό ότι οι κομάντος των ειδικών δυνάμεων που έχουν αναπτυχθεί στο έδαφος από το ΝΑΤΟ είναι πιο πολλοί από τους Λίβυους μαχητές που εποπτεύουν.

Η απόσυρση της Ιταλίας και τις δηλώσεις του Γάλλου Υπουργού Άμυνας, δεν είναι εκπλήξεις.

Παρά τη δύναμη του πυρός, άνευ προηγούμενου στην ιστορία, η αρμάδα του ΝΑΤΟ έχασε τον πόλεμο. Όχι ασφαλώς στο στρατιωτικό πεδίο αλλά επειδή ξέχασε ότι «ο πόλεμος είναι η συνέχιση της πολιτικής με άλλα μέσα» και επειδή έκανε πολιτικό λάθος.

Οι κραυγές της Ουάσιγκτον, η οποία μάλωσε τον Γάλλο υπουργό και αρνείται να αλλάξει πρόσωπο, δεν θα αλλάξουν τίποτα.

Πηγή
Ινφογνώμων Πολιτικά (Ελλάδα)

[1Οι οπαδοί του Leo Strauss.