Ενώ ο πρόεδρος Ομπάμα αποφεύγει να απαντήσει στα ερωτήματα των συμπολιτών του και παρεμβαίνει δημόσια μόνο διαβάζοντας τα teleprompters, ο Πρόεδρος Πούτιν αυτοσχεδίαζει σε μια μακρά συνεδρίαση ερωτήσεων-απαντήσεων με το λαό του.

Τη περασμένη 16η Απριλίου, ο Βλαντίμιρ Πούτιν εκτέλεσε μια απίστευτη άσκηση: να απαντήσει για τέσσερις ώρες στις ερωτήσεις των συμπατριωτών του, απευθείας σε τρία τηλεοπτικά κανάλια και τρεις ραδιοφωνικούς σταθμούς. Οι διοργανωτές έλαβαν κατά τη μετάδοση πάνω από 3 εκατομμύρια τηλεφωνικές κλήσεις και έθεσαν 74 ερωτήματα προς τον Πρόεδρο [1].

Ακόμη και αν ορισμένες ερωτήσεις ήταν σαφώς προετοιμασμένες, άλλες ήταν αυτοσχέδιες. Οι αντιδράσεις του Βλαντίμιρ Πούτιν εκθέτουν με σαφήνεια τη σκέψη του.

Πώς θα κυβερνήσει

Κατ ’αρχάς, ο πρόεδρος εξήγησε το όραμά του για τους θεσμούς χωρίς αναφορά στις δυτικές κατηγορίες «Δημοκρατία- republic» (εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος) ή «Δημοκρατία» (κυβέρνηση του λαού από το λαό), ούτε στην έννοια του συμβούλου του Vladislav Surkov της «κυρίαρχης δημοκρατίας» (δηλαδή μια λαϊκή διαχείριση χωρίς εξωτερικές παρεμβάσεις).
Κατ’ αυτόν, ο ρόλος της κυβέρνησης είναι να βοηθήσει τους πολίτες της και ο ρόλος των πολιτικών ηγετών να διατηρηθεί η ενότητα του λαού και η σταθερότητα. Έτσι εξηγεί ότι απέρριψε τέτοια απόφαση -η οποία λογικά θα ήταν επιθυμητή- επειδή θα διάσπαζε την ενότητα του λαού. Ομοίως, ο ίδιος αντιτίθεται σε συχνές νομοθετικές αλλαγές, τονίζοντας ότι οι πολίτες δεν μπορούν να εμπιστεύονται ηγέτες οι οποίοι αλλάζουν συνεχώς τους κανόνες του παιχνιδιού. Εκδηλώνει παντελή έλλειψη ενδιαφέροντος για τη δυτική διαχείριση με τις φορολογικές απαλλαγές της και τις επιδοτήσεις αναλογικές του εισοδήματος. Αναλαμβάνει αντίθετα το ρόλο του ως συντονιστή μεγάλων σχεδίων και σχεδιαστή όσο το δυνατόν απλούστερων κανόνων.

Οικονομική πολιτική

Όπως σε όλες τις χώρες, οι ερωτήσεις των πολιτών αφορούσαν πρώτα τα οικονομικά προβλήματα. Η Ρωσία πέρασε μόλις από μια μεγάλη κρίση συνέπεια των δυτικών εμπάργκο (οι λεγόμενες «κυρώσεις») και της πτώσης των διεθνών τιμών του πετρελαίου. Η αγοραστική δύναμη των συνταξιούχων διατηρήθηκε, αλλά, λαμβάνοντας υπόψη τον πληθωρισμό, εκείνη του ενεργητικού πληθυσμού μειώθηκε κατά περίπου 10%.

Για τον Πούτιν, το κύριο πρόβλημα είναι η πτώση των τιμών του πετρελαίου και των εσόδων που προκάλεσε. Θεωρεί ότι η χώρα του πρέπει να προσαρμοστεί στη νέα αυτή κατάσταση, η οποία είναι πιθανό να διαρκέσει. Αντίθετα, τα εμπάργκο δεν μειώνουν σε τίποτα τον πλούτο της χώρας, αλλά την αναγκάζουν να αναδιοργανωθεί. Επιτρέπουν επίσης ένα διάλειμμα μετά την περίοδο του έντονου ανταγωνισμού που ακολούθησε την προσχώρηση στον ΠΟΕ. Η Ρωσία πρέπει να το εκμεταλλευτεί για να σώσει τη γεωργία της, που εν μέρει απειλείται. Πρέπει να το πράξει για τους αγρότες, αλλά για στρατηγική αναγκαιότητα. Το εμπάργκο έδειξε ότι η χώρα δεν ήταν αυτάρκης και ότι η τροφική ασφάλεια της, μπορεί να απειληθεί.

Ο Βλαντίμιρ Πούτιν δεν νομίζει ότι η δυτική γυμναστική –συμπεριλαμβανομένης της χειραγώγησης των ιδιωτικών χρεών για να θέσουν ως οφειλέτη τη κυβέρνηση- απειλεί το ρωσικό τραπεζικό σύστημα. Εκτιμά ότι θα μπορέσει να επιτευχθεί η σταθεροποίηση του ρουβλίου πριν από το τέλος του 2016.

ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Ορίζοντας την εξωτερική πολιτική του, ο Πούτιν δηλώνει ότι δεν έχει αυτοκρατορικές φιλοδοξίες. Επικρίνει ακόμη και τον τρόπο με τον οποίο η ΕΣΣΔ είχε επιβάλει στους εταίρους της το δικό της οικονομικό μοντέλο και παραδέχεται ότι η Ρωσία πληρώνει σήμερα αυτό το λάθος.

Αναλαμβάνει όμως την ευθύνη του για τη προστασία όσων, έχουν-δεν έχουν ρωσικό διαβατήριο, αυτοπροσδιορίζονται ως ανήκοντες στο ρωσικό πολιτισμό.

Κληθείς να διευκρινίσει ποιοι είναι οι εχθροί της Ρωσίας, αναφέρει τη τρομοκρατία, τη ξενοφοβία και το οργανωμένο έγκλημα. Βεβαιώνει ότι η χώρα του δεν ορίζει κανένα κράτος ως εχθρό της και παρακαλεί τα άλλα κράτη να του αποδώσουν αμοιβαία στάση.

Τούτου λεχθέντος, θεωρεί τις ΗΠΑ ως μια αυτοκρατορία, ακόμη και αν δεν τις κατονομάζει επισήμως έτσι, και τις κατηγορεί ότι δεν έχουν συμμάχους αλλά μόνο υποτελείς. Επισημαίνει ότι λάτρευαν τον Μπόρις Γέλτσιν μέχρι ο τελευταίος να τους αντισταθεί στη Γιουγκοσλαβία και τον βομβάρδισαν τότε με ύβρεις.
Γενικά, τους κατηγορεί για ό, τι επέκριναν στην ΕΣΣΔ, δηλαδή να επιδιώκουν να επιβάλουν το δικό τους οικονομικό μοντέλο. Και καταλήγει ότι θα αποτύχουν και θα πληρώσουν το τίμημα.

Σχετικά με την Ουκρανία θεωρεί ότι η Ουάσιγκτον χειραγώγησε τις απογοητεύσεις του λαού μιλώντας τους για τον εθνικισμό. Έτσι, οι Ουκρανοί θεωρούν τη Ρωσία, η οποία έχει επενδύσει 32 δισεκατομμύρια δολάρια στη πατρίδα τους, ως εχθρό, αλλά τις Ηνωμένες Πολιτείες ως σύμμαχο, ενώ οι τελευταίες επένδυσαν μόνο 5 δισεκατομμύρια δολάρια. Θεωρεί ότι η Ρωσία έχασε για λόγους τοπικής εσωτερικής πολιτικής, χωρίς να διευκρινίσει ποιούς αμφισβητεί από τους Ουκρανούς πρώην συμμάχους της χώρας του. Για τον ίδιον, σημασία έχει να σωθούν οι πληθυσμοί ρωσικής κουλτούρας της Donbass και του Λούγκανσκ, λόγος για τον οποίο επιμένει να εφαρμοστούν οι συμφωνίες του Μινσκ.

Για να προσδιορίσει τις ρωσικές συμμαχίες, ο Βλαδίμηρος Πούτιν αναφέρει τρεις οργανισμούς:
 Τις χώρες BRICS,
 τον Οργανισμό της Συνθήκης της Σαγκάης,
 και τον Οργανισμό της Συνθήκης Συλλογικής Ασφάλειας, ο οποίος είναι μια στρατιωτική συμμαχία
Αλλά όχι όμως την Ευρασιατική Οικονομική Ένωση η οποία φαίνεται ότι βρίσκεται ακόμα σε εμβρυακή μορφή.

Αμυντική πολιτική

Ο πρόεδρος Πούτιν αναφέρει τον τσάρο Αλέξανδρο Γ ’ για τον οποίον η Ρωσία είχε μόνο ως αληθινούς συμμάχους τους τον στρατό και το ναυτικό της. Επιβεβαίωσε ότι η χώρα του έχει περίπου την ίδια πυρηνική ικανότητα από ό, τι οι Ηνωμένες Πολιτείες και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι είναι εύλογο να τοποθετηθεί κανείς απ’ αυτή την άποψη, στη μία πλευρά η στην άλλη.
Τέλος, ανακοίνωσε ότι το 2020, το 70% του στρατιωτικού εξοπλισμού θα έχει ανανεωθεί. Οι στρατοί θα έχουν επανακτήσει επομένως την παλαιά τους δύναμη.

Σχετικά με τα Mistrals που παραγγέλθηκαν στη Γαλλία, σημείωσε ότι επρόκειτο τότε περισσότερο για βοήθεια προς τα γαλλικά ναυπηγεία παρά για τη συμπλήρωση μιας ρωσικής ανάγκης. Ένας κομψός τρόπος για να μη μιλήσει για τις μίζες που μοιράστηκαν εκ των προτέρων από κοινού μεταξύ του Νικολά Σαρκοζί και του Ντμίτρι Μεντβέντεφ (ο οποίος τότε φιλοδοξούσε να θέσει υποψηφιότητα κατά του ιδίου στις προεδρικές εκλογές). Αναγγέλλει ότι θα ζητήσει μόνο την επιστροφή των καταβαλλόμενων ποσών, εφόσον δεν θα παραδοθούν.
Δήλωσε επίσης ότι πρέπει να αποδεχτούμε όλοι ότι η κυριαρχία και η αξιοπιστία της Γαλλίας δεν είναι πλέον αυτές που ήταν πριν από την επιστροφή της στο επιτελείο του ολοκληρωμένου ΝΑΤΟ.

Ερωτηθείς σχετικά με το Ισλαμικό Εμιράτο, παρατηρεί ότι η οργάνωση αυτή έχει προκύψει στο Ιράκ και έχει τροφοδοτηθεί από πολλούς Ιρακινούς στρατιωτικούς που είχαν περιθωριοποιηθεί από τον Αμερικανό κατακτητή και τις αρμοδιότητες αρχές που τοποθέτησε εκεί.
Προειδοποιεί για τον κίνδυνο των Ρώσων πολιτών και των πρώην σοβιετικών χωρών που προσχώρησαν στο Ισλαμικό Κράτος (Daesh) και που επιστρέψουν στην πατρίδα τους και μπορεί να διαπράξουν τρομοκρατικές επιθέσεις.

Η ιδρυτική νίκη κατά του Ναζισμού

Ο Βλαδίμηρος Πούτιν πολλαπλασιάζει τις νύξεις για το «Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο», δηλαδή, για τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και τον αγώνα ενάντια στο ναζισμό.

Στα μάτια του, πρόκειται πράγματι για την ιδρυτική πράξη της σύγχρονης Ρωσίας, πράξη με την οποία ενώθηκαν πολλοί διαφορετικοί λαοί για τη κοινή τους ελευθερία.
Με τον τρόπο αυτό, παραδέχεται ότι η επανάσταση του 1917, όπως και η δημιουργία της Ομοσπονδίας το 1991, δεν αποτελούν ιδρυτικά γεγονότα.

Αυτή η αναφορά τον αναγκάζει να καταγγείλει, χωρίς καμία δυνατότητα διαπραγμάτευσης, τη παρουσίας ορισμένων Ναζί στην εξουσία στο Κίεβο, ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση το δέχεται μια χαρά.

Του επιτρέπει επίσης να υπονοεί ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι οι διάδοχοι του Τρίτου Ράιχ, γεγονός που είχε εξηγήσει παλαιότερα προκαλώντας βίαιες διαμάχες.

Μετάφραση
Κριστιάν Άκκυριά
Πηγή
Ινφογνώμων Πολιτικά (Ελλάδα)

[1"Direct Line" with Vladimir Putin”, by Vladimir Putin, Voltaire Network, 16 April 2015.