Το αποτέλεσμα των γαλλικών προεδρικών και βουλευτικών εκλογών αποδυναμώνει τόσο την εκτελεστική όσο και τη νομοθετική εξουσία και παγώνει την πολιτική κατάσταση. Οι ψηφοφόροι αρνήθηκαν να υποστηρίξουν το καθεστώς και να εγκρίνουν τις αποφάσεις του. Από το 2005 δεν έπαψαν να λένε αυτό για το οποίο αγωνίζονταν ενώ οι ηγέτες τους τους αγνοούσαν. Αυτό που θα μπορούσε να ξεπαγώσει την κατάσταση είναι επομένως προσδιορισμένο, αλλά η πλειοψηφία των εκλεγμένων αξιωματούχων θέλει να έχει δίκιο και όχι να υπηρετεί τον λαό της.
Οι Γάλλοι, που ιστορικά ήταν οι πρόδρομοι των πολιτικών αλλαγών στην Ευρώπη, εξέπληξαν τους γείτονές τους κατά τις προεδρικές εκλογές (10 και 24 Απριλίου 2022) και τις βουλευτικές εκλογές (12 και 19 Ιουνίου 2022).
Μόνο το 47% των ψηφοφόρων συμμετείχε στην τέταρτη ψηφοφορία· ένα πολύ εκπληκτικό αποτέλεσμα σε μια χώρα με μακρά παράδοση πολιτικού ακτιβισμού.
Παρότι το 38% των ψηφοφόρων εξέλεξε τον Εμμανουήλ Μακρόν, μόνο το 14% εξέλεξε βουλευτές που ήταν ευνοϊκά διακείμενοι προς τον ίδιον, αναγκάζοντάς τον να συνυπάρξει με την αντιπολίτευση.
Πράγματι, η Εθνοσυνέλευση, η οποία δεν ήταν πλέον χώρος συζήτησης, αλλά αίθουσα καταγραφής της προεδρικής θέλησης, έχει γίνει ένα τσίρκο όπου οι βουλευτές διακόπτουν ο ένας τον άλλον και αλληλοεπιτίθενται.
Πώς φτάσαμε εδώ και πώς μπορούμε να ξαναχτίσουμε ένα καθεστώς;
Η καταστροφή των θεσμών
Κατά την άποψή μου, όλα ξεκίνησαν το 1986, με τον διορισμό ενός «υφυπουργού για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα». Αυτό που φαινόταν καλή ιδέα ἠρθε στην πραγματικότητα για να αμφισβητήσει τα επιτεύγματα της Επανάστασης του 1789. Μέχρι τότε, ξεχώριζε η γαλλικά παράδοση των «Δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη» από την αγγλοσαξονική παράδοση των «Δικαιωμάτων του ανθρώπου». Η πρώτη εγγυάται Δικαιώματα σε όσους ασχολούνται με την πολιτική, ενώ η δεύτερη εγγυάται Δικαιώματα υπό την προϋπόθεση ότι ο Λαός δεν ασχολείται με την πολιτική. Η πρώτη βοηθάει στην χειραφέτηση του λαού, η δεύτερη αρκείται στο να βάλει τάξη χωρίς βία.
Ο Thomas Paine είναι ιδιαίτερα κατατοπιστικός στην διαφορά μεταξύ της γαλλικής και της αγγλοσαξονικής κουλτούρας. Στην πραγματικότητα, με την αποδοχή της έκφρασης «Ανθρώπινα Δικαιώματα», οι Γάλλοι αποκήρυξαν την κληρονομιά τους.
Το δεύτερο στάδιο ήταν η Συνθήκη της Λισαβόνας το 2007, η οποία διαγράφει το «Όχι» του γαλλικού λαού κατά το δημοψήφισμα για το Σύνταγμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης του 2005. Η γαλλική άρχουσα τάξη, πιστεύοντας ότι εγγυάται στους υπηκόους της τα «Δικαιώματα του ανθρώπου», θεώρησε ότι μόνη εκείνη ήξερε να κάνει πολιτική και ότι μπορούσε επομένως να ακυρώσει τη θέληση του Λαού.
Το τρίτο στάδιο ήταν το 2018, η νέα ερμηνεία του συνθήματος της Δημοκρατίας από το Συνταγματικό Συμβούλιο. Το Σύνταγμα αναφέρεται πράγματι στο «κοινό ιδανικό της ελευθερίας, της ισότητας και της αδελφοσύνης». Σύμφωνα με τους σοφούς, από αυτή την αρχή προκύπτει «η ελευθερία να βοηθάς τους άλλους, για ανθρωπιστικούς σκοπούς, ανεξάρτητα από τη νομιμότητα της παραμονής τους στην εθνική επικράτεια». Η αδελφότητα δεν είναι πλέον η αδελφότητα στα όπλα των Επαναστατών του 1848 στην οποία βασίστηκε η καθολική ψηφοφορία, αλλά μια απλή μορφή φιλανθρωπίας.
Παρακαλώ σημειώστε ότι δεν αμφισβητώ τα ανθρώπινα Δικαιώματα, τη Συνθήκη της Λισαβόνας ούτε το δικαίωμα να βοηθήσεις τους μετανάστες. Παρατηρώ απλώς ότι για να δικαιολογήσουμε αυτές τις αποφάσεις, εγκαταλείψαμε αυτό που ήταν το θεμέλιο του γαλλικού κοινωνικού συμβολαίου. Ή μάλλον ότι οι ευγενείς αποφάσεις χρησιμοποιήθηκαν για να καταπατήσουν την πολιτική μας κληρονομιά.
Η εξέλιξη της πολιτικής τάξης
Έχοντας διατυπώσει αυτές τις προδοσίες, η ενεργή πολιτική τάξη συρρικνώθηκε. Αν πριν από πενήντα χρόνια αποτελούσε τα τέσσερα πέμπτα των πολιτών, σήμερα είναι μικρότερη του μισού.
Οι ψηφοφόροι που απέχουν δεν αρκούνται στο να δείξουν την περιφρόνησή τους για την εκλογική προσφορά που τους προτείνεται. Επίσης, και κυρίως αρνούνται να είναι συνυπεύθυνοι για τις αποφάσεις που λαμβάνει το καθεστώς. Σε μια δημοκρατία, κάθε ψηφοφόρος πρέπει πράγματι να αναλάβει τις αποφάσεις της πλειοψηφίας. Αλλά αυτό είναι δυνατό μόνο εάν όλοι οι πολίτες σέβονται το κοινωνικό συμβόλαιο.
Όταν βλέπουμε σήμερα το κράτος να στέλνει στρατιώτες στο Σαχέλ για να προστατεύσει τα νεο-αποικιακά συμφέροντα εκεί ή να υποστηρίζει στρατιωτικά ένα ρατσιστικό καθεστώς στην Ουκρανία, δεν μπορούμε παρά μόνο να παρατηρήσουμε ότι ένα χάσμα χωρίζει τις πρακτικές μας από τις ευγενείς ομιλίες μας.
Η επανεγγραφή της πρόσφατης πολιτικής ιστορίας
Για να δικαιολογήσουν την καταστροφή των αξιών των Επαναστάσεων του 1789 και του 1848, οι πολιτικοί ηγέτες και ηγέτες των μέσων ενημέρωσης έχουν ξαναγράψει την πρόσφατη ιστορία με βάση τα φαινόμενα και όχι τα γεγονότα.
– Έτσι, κατά την τελευταία προεδρική εκστρατεία, ακούσαμε έναν υποψήφιο, που διεκδικούσε το παράδειγμα του Σαρλ Ντε Γκωλ, να ξεχνά ότι υπήρχαν «αριστεροί Γκωλιστές», να επιβεβαιώνει ότι ο Στρατηγός ήταν δεξιός και πάντα πολεμούσε τους κομμουνιστές και την ΕΣΣΔ. Όμως ο Ντε Γκωλ οργάνωσε την Αντίσταση στη ναζιστική εισβολή βασιζόμενος πάνω απ’ όλα σε κομμουνιστές. Στη συνέχεια, εκτροχίασε το αγγλοσαξονικό σχέδιο για μια Ευρωπαϊκή Αμυντική Κοινότητα, το 1954, με τις ψήφους του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος (PCF). Ομοίως, στηρίχτηκε στην αριστερά για να δώσει την ανεξαρτησία της Αλγερίας το 1962, στους κομμουνιστές εργάτες για να ιδρύσει την αμυντική βιομηχανία και στους βουλευτές του PCF για να εγκαταλείψει την ολοκληρωμένη διοίκηση του ΝΑΤΟ το 1966. Και είναι το PCF που τον έσωσε τον Μάιο του 1968.
Ο Σαρλ Ντε Γκωλ, που όντως προερχόταν από την ακροδεξιά, κυβέρνησε πάντα προς το συμφέρον του Έθνους και όχι ως ηγέτης της δεξιάς. Πολέμησε τους κομμουνιστές στην εσωτερική πολιτική, αλλά βασίστηκε σε αυτούς στην εξωτερική πολιτική. Συμμετείχε στη συμμαχική απόβαση στη Νορμανδία, αλλά την θεωρούσε ως αγγλοσαξονική απόπειρα αποικισμού της Γαλλίας και αρνήθηκε πάντα να την τιμήσει. Ήταν ο μόνος αρχηγός δυτικού κράτους που απευθύνθηκε στους λαούς της ΕΣΣΔ στη σοβιετική τηλεόραση και θεωρούσε πάντα τη Ρωσία ως ευρωπαϊκή χώρα.
– Κατά την προεκλογική εκστρατεία θεωρήθηκε δεδομένο ότι η Δημοκρατία αντιτάχθηκε στη Μοναρχία. Ωστόσο, η Δημοκρατία, είναι να κυβερνάς σύμφωνα με το κοινό συμφέρον, ενώ η Μοναρχία είναι ένα καθεστώς που αποδίδει την εξουσία σε έναν μόνο άνδρα που ορίζεται κληρονομικά ή εκλέγεται από λίγους ευγενείς. Είναι τελείως αδύνατο να είσαι ταυτόχρονα ρεπουμπλικανός και μοναρχικός. Έτσι ο Ερρίκος Δ’ (1589-1610) αυτοανακηρύχθηκε ως πρώτος «ρεπουμπλικανός βασιλιάς της Γαλλίας» διασφαλίζοντας τη θρησκευτική ελευθερία.
Το ερώτημα αυτό δεν είναι περιθωριακό, καθώς αναζητούμε το νόημα της ανεξιθρησκίας (και όχι τον νόμο του διαχωρισμού Εκκλησίας και Κράτους του 1905 που επανέλαβε, τον αγώνα του Φιλίππου Β’ Αυγούστου (1180 -1223) κατά του πάπα ). Ενώ, δηλαδή, δόθηκε μάχη εναντίον πολιτών μουσουλμανικής θρησκείας το νόημα συσκοτίστηκε με τους οπαδούς της ισλαμικής πολιτικής. Βέβαια, ο Μωάμεθ ήταν και πνευματικό παράδειγμα και πολέμαρχος. Ιστορικά, η αραβική κουλτούρα ανέκαθεν ανακάτευε τη θρησκεία και την πολιτική, αλλά όχι η γαλλική και δεν υπάρχει λόγος να το κάνει. Οι Μουσουλμάνοι είναι πολίτες μεταξύ άλλων, οι Ισλαμιστές είναι αντίπαλοι της οικουμενικότητας.
Ένας υποψήφιος, που δικαίως είχε ξεκινήσει καταγγέλλοντας τα προνόμια που παραχωρούνται σε αλλοδαπούς, συνέχισε την εκστρατεία του υποστηρίζοντας ότι τα κοινωνικά επιδόματα δεν πρέπει να χορηγούνται σε όσους έχουν ήδη συνεισφέρει σε κοινωνικούς φορείς, αλλά ανάλογα με την εθνικότητα. Αυτή η ξενοφοβία επικυρώθηκε και στην κάλπη, παρότι ο γαλλικός λαός είναι ιδιαίτερα ανοιχτός στους άλλους, όπως αποδεικνύεται από το υψηλό ποσοστό γάμων με αλλοδαπούς.
– Επίσης, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, ο Ζαν-Μαρί Λεπέν και το κόμμα του οποίου ηγήθηκε, το Εθνικό Μέτωπο (τώρα η Εθνική Συσπείρωση), παρουσιάστηκαν ως αντίπαλοι της Δημοκρατίας. Πράγματι, το FN είχε πολλούς πρώην αξιωματούχους του καθεστώτος του Philippe Pétain και αντιπάλους της αλγερινής ανεξαρτησίας μεταξύ των ηγετών του. Ωστόσο, το 1998-99 προκάλεσα τη συγκρότηση εξεταστικής επιτροπής της Βουλής για πιθανή πλασματική συμπεριφορά του FN. Τα στοιχεία που δώσαμε στην προσοχή των βουλευτών ήταν τελείως διαφορετικά: ο Ζαν-Μαρί Λεπέν ήταν πράκτορας του επικεφαλής των γκωλικών μυστικών υπηρεσιών, Ζακ Φοκκάρ. Είχε ως αποστολή να ενώσει όλα τα ακροδεξιά παρεκκλήσια και να διασφαλίσει ότι δεν θα έκαναν τίποτα επιζήμιο για τη Δημοκρατία.
Η υπηρεσία ασφαλείας του FN, το DPS διαχειριζόταν μέσω του DPSD (σήμερα DRSD), μια στρατιωτική μυστική υπηρεσία. Ο επικεφαλής της υπηρεσίας ασφαλείας του Εθνικού Μετώπου ήταν ταυτόχρονα προσωπικός φρουρός ασφαλείας της δεύτερης συζύγου του προέδρου Μιτεράν και της κόρης του Μαζαρίν. Ήταν επίσης πράκτορας της γαλλικής μυστικής υπηρεσίας που συμμετείχε στην εξάλειψη των Τσετσένων τζιχαντιστών.
– Εξάλλου, ο πρόεδρος Φρανσουά Μιτεράν δεν ήταν ο σοσιαλιστής που υποστήριζε ότι ήταν. Βαθιά σχιζοφρενής, μοιραζόταν σε δύο οικογένειες, η μία επίσημη με τη γυναίκα του της αριστεράς και η άλλη ανεπίσημη με την ερωμένη του της ακροδεξιάς. Με τον ίδιο τρόπο είχε χωρίσει το υπουργικό συμβούλιο του στα Ηλύσια μεταξύ αριστερών και ακροδεξιών συμβούλων. Για παράδειγμα, ο Φρανσουά ντε Γκροσουβρ είχε δημιουργήσει το πρώτο κύτταρο της Κλου Κλουξ Κλαν στη Γαλλία κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου.
Δεν αναφέρω εδώ παρά μόνο παλιά και συμβολικά γεγονότα. Θα ήταν δυνατό να συνεχιστεί αυτή η αφήγηση υπενθυμίζοντας τον τρόπο με τον οποίο η Γαλλία υποστήριξε τους τζιχαντιστές εναντίον της Λιβύης και κατά της Συρίας, στη συνέχεια τους ρατσιστές μπαντεριστές εναντίον της Ρωσίας. Τόσα πολλά γεγονότα που έρχονται σε ευθεία αντίθεση με την εικόνα που έχουν οι Γάλλοι για τον εαυτό τους.
Κανένα από αυτά τα γεγονότα δεν φτάνει στη συνείδησή τους, ωστόσο όλοι τα υποψιάζονται όταν συζητάς μαζί τους.
Για να ξεμπλοκάρει την κατάσταση, είναι επείγον οι Γάλλοι να συζητήσουν μεταξύ τους για το τι θεωρούν ως βεβαιότητες ενώ αμφισβητούνται. Μόνο με την ενοποίηση των αναμνήσεων τους μπορούν να χτίσουν το μέλλον τους. Μέχρι τότε, οι Γάλλοι δεν είναι πλέον πολίτες, αλλά καταναλωτές που ανησυχούν για την αγοραστική τους δύναμη. Χωρίζονται σε διακριτές κοινότητες, ένα «αρχιπέλαγος» για να χρησιμοποιήσω την έκφραση ενός κοινωνιολόγου.
Πώς να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα της χώρας
Οι Γάλλοι συμφωνούν ότι υπάρχει επείγουσα ανάγκη αποκατάστασης της κρατικής εξουσίας και ανύψωσης του επιπέδου της υποχρεωτικής εκπαίδευσης. Πρόκειται για διαρθρωτικά μέτρα που απαιτούν πρώτα συναίνεση για τον ρόλο του κράτους και μετά, μεγάλες επενδύσεις.
Στο μεταξύ, πρέπει να αντιμετωπιστεί η πιο σημαντική δυσκολία που περνά η χώρα, όπως και τα άλλα δυτικά κράτη, δηλαδή η εξαθλίωση των εργαζομένων μπροστά στην απίστευτη συσσώρευση πλούτου από ελάχιστους. Σήμερα, οι 5 μεγαλύτερες περιουσίες στη Γαλλία κατέχουν όσο και τα 27 εκατομμύρια φτωχότεροι πολίτες. Ποτέ, ακόμη και στον Μεσαίωνα, δεν είχαμε γνωρίσει τέτοια ανισότητα. Αυτό κάνει απατηλή οποιαδήποτε δημοκρατική διαδικασία.
Αυτός ο κοινωνιολογικός μετασχηματισμός αντιστοιχεί στο φαινόμενο της οικονομικής παγκοσμιοποίησης που δεν έχει καμία σχέση με την τεχνική πρόοδο, αλλά μόνο με τον αγγλοσαξονικό ιμπεριαλισμό. Προφανώς θα είναι πολύ δύσκολο να καταργηθούν όλες οι διεθνείς συνθήκες που δομούν αυτή την εξέλιξη. Είναι όμως πλέον δυνατό, από τώρα, να μπει ένα τέλος σε αυτό το παιχνίδι της σφαγής υποβάλλοντας όλες τις εισαγωγές στους ίδιους κανονισμούς με τα τοπικά προϊόντα.
Για παράδειγμα, απαγορεύεται στη Γαλλία η παραγωγή μοσχαριού με ορμόνες, αλλά είναι νόμιμη η εισαγωγή και η πώληση σε χαμηλότερη τιμή από αυτή της τοπικής κτηνοτροφίας. Ή, απαγορεύεται στη Γαλλία να βάζεις παιδιά να εργάζονται 10 ώρες την ημέρα, αλλά είναι νόμιμο να εισάγονται υφάσματα που κατασκευάζονται υπό αυτές τις συνθήκες και να τα πωλούν πολύ φθηνότερα από τα τοπικά προϊόντα.
Όλοι συμφωνούν σε αυτές τις αρχές, μένει να τις εφαρμόσουμε.